08-10-2014

Η οστεοπόρωση των ενηλίκων είναι μια παιδιατρική νόσος! Δ. Καρόκης, Ρευματολόγος, (dkarokis@hotmail.com).

Η οστεοπόρωση των ενηλίκων είναι μια παιδιατρική νόσος!
Δ. Καρόκης, Ρευματολόγος, (dkarokis@hotmail.com).
 
Όταν σκεφτόμαστε την οστεοπόρωση, τυπικά αναφερόμαστε στην αυξημένη ευθραυστότητα των οστών των ηλικιωμένων ατόμων. Σύμφωνα όμως με την Αμερικανική Aκαδημία Παιδιατρικής (American Academy of Pediatrics, AAP), τα θεμέλια της παθολογικής αυτής κατάστασης τίθενται στην παιδική και εφηβική ηλικία. Ερευνητές της ΑΑΡ δημοσίευσαν στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Pediatrics οδηγίες και στρατηγικές για το πώς οι παιδίατροι μπορούν να βοηθήσουν στη σκελετική υγεία των παιδιών.
Σύμφωνα με τους συγγραφείς, και όπως είναι ευρύτερα γνωστό, η οστεοπόρωση είναι μια κύρια αιτία νοσηρότητας, θνητότητας και οικονομικού κόστους σε όλον τον κόσμο. Το 2020, υπολογίζεται ότι το 50% των Αμερικανών ηλικίας 50 ετών και πάνω, θα αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο οστεοπορωτικών καταγμάτων. Κι ενώ κάποτε η οστεοπόρωση θεωρούνταν μια πάθηση της γήρανσης, οι ειδικοί λένε τώρα ότι οι ρίζες της ξεκινούν στην παιδική ηλικία, όπου ακριβώς πρέπει να στοχεύσουν και οι προληπτικές παρεμβάσεις. Επιπλέον οι ερευνητές τονίζουν ότι η επίτευξη υψηλής οστικής μάζας στην νεαρή ενήλικη ζωή είναι ο πιο σημαντικός τροποποιήσιμος παράγοντας που επηρεάζει τη σκελετική υγεία της μετέπειτα ζωής.
Η εναπόθεση αλάτων στα οστά αρχίζει κατά τη διάρκεια της κύησης, το περιεχόμενο των οστών σε άλατα αυξάνει 40 φορές από τη γέννηση μέχρι την ενηλικίωση, ενώ η κορυφαία οστική μάζα επιτυγχάνεται προς το τέλος της δεύτερης δεκαετίας της ζωής. Περίπου 70% της διαφοροποίησης της οστικής μάζας οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες, όμως οι συγγραφείς τονίζουν ότι η διαιτητική πρόσληψη ασβεστίου, βιταμίνης D, πρωτεϊνών και ανθρακούχων αναψυκτικών είναι σημαντικοί τροποποιήσιμοι παράγοντες, όπως επίσης η άσκηση, ο τρόπος ζωής, η διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους και ορμονικών επιπέδων.
Η κατανάλωση γάλακτος στην παιδική ηλικία σχετίζεται με αυξημένη εναπόθεση μεταλλικών αλάτων στο σκελετό και ελαττωμένο καταγματικό κίνδυνο στην ενήλικη ζωή, καθώς περίπου 99% του συνολικού ασβεστίου του σώματος βρίσκεται στον σκελετό. Οι συγγραφείς τονίζουν ότι η κύρια διατροφική πηγή για τα βρέφη πρέπει να είναι το μητρικό γάλα (ή ανάλογη φόρμουλα αν δεν είναι εφικτός ο θηλασμός). Μετά το πρώτο έτος ζωής, η κύρια πηγή διαιτητικής πρόσληψης ασβεστίου είναι το γάλα και τα υπόλοιπα γαλακτοκομικά προϊόντα, όπου περιλαμβάνεται το 70-80% της προσλαμβανόμενης ποσότητας. 
Οι ερευνητές συνιστούν ότι οι παιδίατροι πρέπει να συμβουλεύουν τα παιδιά και τους εφήβους να αυξήσουν την καθημερινή κατανάλωση γαλακτοκομικών (με χαμηλά λιπαρά) και λοιπών τροφίμων που περιέχουν ασβέστιο και βιταμίνη D.  Η συμπληρωματική χορήγηση σκευασμάτων ασβεστίου σε υγιή παιδιά δεν συνιστάται, αλλά πρέπει να ενθαρρύνεται η αύξηση της διαιτητικής πρόσληψης. 
Σχετικά με τη βιταμίνη D, η ΑΑΡ δεν υποστηρίζει τον καθολικό έλεγχο (screening) των υγιών παιδιών, αλλά μόνο παιδιών και εφήβων με επανειλημμένα κατάγματα ή παθολογικές καταστάσεις που σχετίζονται με ελαττωμένη περιεκτικότητα των οστών σε μεταλλικά άλατα. 
Επιπλέον, οι συγγραφείς τονίζουν ότι οι παιδίατροι πρέπει να ρωτούν τα παιδιά για την τυχόν σωματική άσκηση που κάνουν και να συνιστούν δραστηριότητες φόρτισης όπως περπάτημα, χορός και τρέξιμο, που βελτιώνουν τη σκελετική υγεία.
 
Βιβλιογραφία :                     
Optimizing bone health in children and adolescents, Neville H. Golden, et al., Pediatrics, doi: 10.1542/peds.2014-2173, published 29 September 2014.