10-11-2022

9. Οι υπέρηχοι

9. Οι υπέρηχοι
 

Παράλληλα με την οστεοπυκνομετρία με την μέθοδο DEXA εισήλθαν στην καθημερινή κλινική πράξη και τα μηχανήματα τα οποία μετρούν την οστική πυκνότητα χρησιμοποιώντας τους υπερήχους . H οστική πυκνομετρία με υπερήχους (Quantitative Ultrasound (QUS)) εφαρμόστηκε για πρώτη φορά πειραματικά από τον D. Baran και συν. το 1984, στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης (Baran T.D., et al. 1988, doi: 10.1007/BF02571310) Eκτοτε και μέχρι σήμερα έχουν ανακοινωθεί πληθώρα μελετών με βασικό σκοπό την σύγκριση των υπερήχων με την DEXA και την αξιολογήση τους στη καθημερινή διαγνωστική προσέγγιση της Οστεοπόρωσης. Το οστούν το οποίο έχει μελετηθεί περισσότερο με αυτόν τον τρόπο είναι η πτέρνα και λόγω της εύκολης προσπέλασης της και λόγω της μεγάλης ποσότητας σπογγώδους οστού (90%) το οποίο περιέχει. Αλλα σημεία του σκελετού τα οποία έχουν μελετηθεί κατά καιρούς, είναι η επιγονατίδα, η κνήμη, οι φάλαγγες των άκρων χεριών κ.ά .
 
Τα μηχανήματα των υπερήχων αποτελούνται από έναν πομπό και ένα δέκτη υπερηχητικών κυμάτων που ανάμεσά τους τοποθετείται το οστούν το οποίο θέλουμε να μετρήσουμε. Χρησιμοποιούνται υπέρηχοι 200 έως 400 kHz και για την παραγωγή τους χρησιμοποιούνται πιεζοηλεκτρικοί κρύσταλλοι οι οποίοι μετατρέπουν το ηλεκτρικό σήμα σε μηχανική δόνηση. Τα μηχανήματα αυτά χρησιμοποιούν σαν κριτήρια: α) την εξασθένηση ευρείας δέσμης υπερήχων η οποία εξαρτάται από την συνεκτικότητα της δομής του σπογγώδους οστού (Broadband Ultrasonic Attenuation, BUA) και β) την μεταβολή της ταχύτητας διάδοσης του υπέρηχου κατά την διέλευση του από το οστούν και εξαρτάται από την ελαστικότητα και την πυκνότητα του οστού (Speed of Sound, SOS), έτσι το φυσιολογικό οστούν έχει υψηλώτερη SOS από το οστεοπορωτικό οστούν. Tο αποτέλεσμα εκφράζεται σε Τ-score και σαν οστική πυκνότητα σε gr/cm2. Ακόμη υπολογίζεται ο QUI (Quantitative Ultrasound Index-(QUI)), ο οποίος είναι ένας αλγόριθμος ο οποίος προκύπτει από τον συνδυασμό της BUA και της SOS και προσδιορίζει την δυσκαμψία (stiffness) του οστού. Πιστεύεται ότι ο QUI συνδυάζεται καλύτερα με την οστική πυκνότητα της πτέρνας. Το φυσιολογικό λοιπόν οστούν έχει μεγαλύτερη BUA, SOS και QUI από το οστεοπορωτικό οστούν (Grampp S., et al. 1997, doi: 10.1359/jbmr.1997.12.5.697).
 
Εχουν γίνει και γίνoνται συνεχώς μελέτες οι οποίες προσπαθούν να αποδείξουν την χρησιμότητα των υπερήχων για τη διάγνωση της Οστεοπόρωσης αλλά και για την ικανότητα τους να προβλέπουν τον κίνδυνο κατάγματος όχι μόνο στην περιοχή της πτέρνας αλλά και άλλων θέσεων όπως είναι το ισχίο (Βασιλάκος Ι. Οστούν 10(2):165,1999). Τα αποτελέσματα των σχετικών μελετών διαφέρουν, αλλά οι περισσότεροι πιστεύουν ότι υπάρχει σχετικά καλή συσχέτιση τόσο για τη διάγνωση όσο και για τον κίνδυνο κατάγματος όταν συγκρίνονται οι υπέρηχοι με την DEXA του ισχίου σε ηλικιωμένες γυναίκες (Hans D., et al. 1996, doi: 10.1016/s0140-6736(95)11456-4, Bauer D.C., et al., Arch Intern Med 1997;157:629-634), ενώ η συσχέτιση είναι δεν είναι τόσο καλή, όταν συγκρίνονται οι δύο μέθοδοι σε περιεμμηνοπαυσιακές και σε πρόσφατα μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες (μέχρι 8 χρόνια μετά την εμμηνόπαυση)(Massie A., et al., 1993, doi: 10.1007/BF01623382). Σαν παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε ότι όταν το Τ-score στην ΟΜΣΣ με την DEXA είναι -2,6, το Τ-score στην πτέρνα με τους υπερήχους είναι -2,3, διαφέρουν δηλαδή περίπου κατά 20-30%. Το ποσοστό όμως αυτό είναι αρκετό για να επηρεάζει θετικά ή αρνητικά την απόφασή μας για κάποια θεραπεία (Βaran D. QDR insightsHologic8(2):4,12/1997, Duquette J., et al., 1997, doi: 10.1007/s002239900211). 
 
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα της μεθόδου είναι η επαναληψιμότητα της, η οποία δεν είναι καλή, ιδιαίτερα όταν αφορά μικρά χρονικά διαστήματα (12-16 μήνες). Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μην μπορεί ακόμη να χρησιμοποιηθεί για την παρακολούθηση του αποτελέσματος, θετικού ή αρνητικού, κάποιας αντιοστεοπορωτικής θεραπείας (doi: 10.1359/jbmr.1997.12.8.1280) .
 
Τέλος οι υπέρηχοι χρησιμοποιούνται ακόμη πειραματικά για τη μελέτη της δομής του σπογγώδους οστού. Πιστεύεται ότι οι υπέρηχοι μπορούν να προσδιορίσουν καλλίτερα την αντοχή του οστού in vitro απότι η DEXΑ (Hodgskinson R., et al.1997, doi: 10.1016/s8756-3282(97)00098-7).
 
Παρόλο που έχουν γίνει πολλές μελέτες με τους υπερήχους και παρόλο που πολλές από αυτές δείχνουν ότι είναι μία ασφαλής και σχετικά ακριβής μέθοδος για την διάγνωση της Οστεοπόρωσης, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένες γυναίκες, σε διεθνές επίπεδο χρησιμοποιείται ακόμη σαν συμπληρωματική διαγνωστική μέθοδος στην DEXA και κυρίως για την εκτέλεση μεγάλων επιδημιολογικών μελετών, λόγω του ότι μεταφέρεται εύκολα (Koυλούρης Ι., Οστουν 12(1):36,2001).